Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2015

Jack Kerouac 12 Μαρτίου 1922 - 21 Οκτωβρίου 1969

φτιάχνω εναν καφέ καθισμένος σταυροποδι,
τουρίστας στο μεξικο του τζακ, ψιθυριζοντας ενα απο τα πολλα χορικά..
δε ξέρω γιατι έπιασα βιβλίο στα χέρια μου, 
ξέρω οτι οταν το κανω, 
η δόση ειναι υπερβολική, 
και παντα μοιραία..
μου πήρε μερες να γραψω κατι αφηρημένο, 
κατι απο καφε και τσιγάρο, 
κατι απο μενα, 
κομμένο και ραμμένο στα χαϊλίκια της στιγμής..
δεν μπορω να γίνω συγκεκριμένος, 
δεν μπόρεσα ποτε να γίνω κατι, 
δεν ήθελα ποτε να ειμαι κάποιος.. 
με προσδιορίζει η αφέλεια ανακατεμένη με κυνισμό, 
λιγα δακρυα κροκόδειλου, 
και αρκετη δόση μαύρου σε ολα, 
για ολα.. 
λέγανε πραγματα για το δρομο, 
μιλούσαν οι πράσινοι χορευτές με τους κόκκινους τυραννους, 
γελωτοποιοί, 
καθάρματα πεζοί, 
οχήματα-σπιτια, 
πανω κατω και τουμπαλιν, 
και κάποιες φορές βαριεμαι, 
και κάποιες φορές παρεξηγω, 
παντα ομως ακούω χωρις να σκέφτομαι, 
και παντα ζω χωρις να ακούγομαι..
διαβάστε λιγο : 

17ο ΧΟΡΙΚΟ

Αστροποίκιλτα Βασίλεια πλουμιστά
σε δροσάτο καταγώγι-
ΜΗΝ ΑΓΝΟΕΙΣ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ
ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ ΣΟΥ, σκέφτομαι, 
Και ο ευφυής εγκέφαλος μου στέλνει 
κυματισμούς ευθυμιας 
Μέσω των διαδρόμων των νεύρων των ποδιών μου 

Και θυμαμαι τον Ζιγκζαγκ 
Αυθεντικό
Νου

της Βρεφικής Ηλικίας 
οταν θα άφηνες τα πρόσωπα 
να ραγιζουν και να μορφαζουν
και να φλυαρούν και να αλλαζουν
και να τρελαίνονται εντελώς 
μες τις βραδινές σου 
ονειροπολήσεις 
του αρχικού νου 

συζητώντας για το νου

Την ατέλειωτη Μη Αφανη 
Τρέλα που Στασιαζει 
Παντου

(Jack Kerouac/ Mexico City Blues)

..και οσο έβραζε ο καφές, ανέπνεα
και όσο εγραφα τα νεύρα μαλάκωναν 
ήμασταν ολοι χαρούμενοι, 
και βέβαιοι..
οτι αφου μπορω να βρασω, 
να διαβάσω, 
και να γράψω,  
μπορω να κανω τα παντα σ'αυτή τη ζωη, 
ακομα και μια τρύπα στον καπνο..