Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

καφοτσιγαρο #47

στράτα..
στρατούλα..

.ξεκινάμε την παρέλαση, 
φαντάροι στα καψόνια, 
καραβαναδες στα σπιτια, 
στρατηγοί στη νύχτα, 
απόστρατοι στη ζωη..
ποιος μας έμαθε το βήμα, 
ποιος άναψε τη φωτια; 
ποιος την εκανε στο χορό μας ταίρι, 
στο χρονο μας παιχνιδι, 
στο μυαλο μας Δαντη; 
Ισως ο πρώτος, 
ποτε ο τελευταίος, 
ο πρώτος απο τους χαμένους, 
ο δύσκολος, 
ο αμυαλος, 
ο ξέχασα την πόρτα..
που ηταν μια κερκόπορτα 

στράτα, 
στρατούλα, 

Ακομα ενα βήμα παραπέρα, 
Κοιτάζω χαμηλα απο συνήθεια, 
Βλεπω τα κορδονια μου λυτα, 
μου τα'χουνε αφήσει, 
δεν με φοβούνται  
ξέρουν οτι ειμαι ικανός για το χειρότερο ..να τα δέσω μεταξυ τους
ξέρουν οτι ειμαι ικανός για το καλύτερο ..να τους κανω να γελασουν

στράτα, 
στρατουλα,

ελα ομως που βαρέθηκα, 
θα κάτσω παλι στο πισω θρανίο, 
μακρια απο τον μαυροπινακα, 
μακρια απο την κιμωλιοχώρα, 
μακρια απ'τό παθαίνω και μαθαίνω, 
και θα μετρώ..

..ενα βήμα καθε φορα, 
οπως περπατούν τα κοράκια

(..δεν μπορεις να μάθεις σ'ενα παλιο ντουβάρι, νεα χρώματα)


Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

καφοτσιγαρο #46

Εδω και δέκα λεπτα σκέφτομαι λέξεις να γεμίσω τη μικρη μου οθόνη, 
την ωρα που με παρακαλά ενα μικρο κομμάτι χαρτι, 
διψασμένο για μελάνι..
ερωτας στα χρονια της αφής, 
οπως και να το δεις 
Τι να γραψω, 
θα μπορούσα να φανταστώ μια σειρα απο γεγονότα ή να διηγηθώ ενα απο κείνα τα όνειρα που  βλεπεις καθώς σβήνεις τα νούμερα του τζοκερ..
τα χανω, 
κερδίζω ομως χρονο για την επόμενη στιγμη..
έλεος με αυτη τη συνήθεια, 
με αυτη τη λαιμαργία για κατι νέο, δυνατο,  
ή κατι παλιο απο τα κρυμμένα κατω απ'τό μαξιλάρι της φυγής. 
Βλεπω οτι το χερι μου παει στα όνειρα, οι λέξεις μια μια, 
καρέ καρέ απο καποια νυχτερινή διαδρομή, 
..και έτσι οι χαρακτήρες παιρνουν στίξη και σειρα: 

Εβλεπα οτι πετούσαν γύρω μου αλήθειες, 
μα εγω στα ψέματα καθομουν, 
χάζευα το μια φορα και ας μην ειχα καιρο..
Το πιο όμορφο 
απο τα γλυκολογα που πληρώνεις 
στης νύχτας τα παράξενα ταξι, 
αυτα τα κίτρινα απο αλκοόλ και καπνο τσιγάρου σκεπασμενα 
Λόγια, 
λόγια, 
λέξεις, 
πράξεις, 
Κενά.. 
το κρεβατι διπλα σου, 
το πανω ράφι στο ψυγείο, 
το κουταλάκι του χαμου, 
μια πλαστική σακκουλα, 
που μεσα της φανταζεσαι τον κοσμο
..στέκεσαι και την κοιτάς,
χαϊδεύεις το κενο της,
λησμονας τη μοναξιά σου στο πλευρο της.. 
εξω ολα ειναι κλειστα, 
παγωμένα, 
καθισμένος στην άκρη του κρεβατιού ενός χαλεπά, 
στου δρομου το βουβό νεκροταφείο